- βιάγκρα
- (Viagra). Φαρμακευτικό παρασκεύασμα για την αποκατάσταση ή ενίσχυση της στύσης του πέους. Το β. (η λέξη είναι σανσκριτική και σημαίνει τίγρης) παρασκευάστηκε από την αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία Pfizer και διατέθηκε πρώτα στην αμερικανική αγορά, τον Μάρτιο του 1998, όπου έγινε δεκτό με ουρές στα φαρμακεία· μέσα σε έναν χρόνο γράφτηκαν 3,5 εκατ. συνταγές σε ασφαλισμένους που ήθελαν να το αποκτήσουν. Μετά την εμπορική επιτυχία του, επετράπη η εισαγωγή του και στην ΕΕ, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, με ανάλογη επιτυχία.
Το φαρμακευτικό παρασκεύασμα βιάγκρα.
Dictionary of Greek. 2013.